- Φώτιος
- I
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.1. Ο μέγας πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.2. Καταγόταν από τη Νικομήδεια. Μαρτύρησε δια της πυράς επί Διοκλητιανού (284-305), μαζί με τον ανιψιό του Ανίκητο. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Αυγούστου.3. Ένας από τους 10 μάρτυρες «των διά την αγίαν εικόνα του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού την εν τη Χαλκή Πύλη αθλησάντων», στα χρόνια της Εικονομαχίας (730). Οι υπόλοιποι ήταν οι Ιουλιανός, Μαρκιανός, Ιωάννης, Ιάκωβος, Αλέξιος, Δημήτριος, Πέτρος, Λέοντιος και Μαρία η Πατρικία. Η μνήμη του τιμάται στις 9 Αυγούστου.4. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο μαζί με τους γονείς του Τερέντιο και Νεονίλλη και τα αδέλφια του Βήλη, Ευνίκη, Θεόδουλο, Ιέρακα, Νιτά και Σάρβιλο. Η μνήμη του τιμάται στις 28 Οκτωβρίου.5. Ένας από τους 300 προσκυνητές, οι οποίοι κατέφυγαν στην Κύπρο για να γλιτώσουν από τους χριστιανικούς διωγμούς που ξέσπασαν στην Παλαιστίνη, όταν πήγαν εκεί ως προσκυνητές. Είναι γνωστοί ως οι τριακόσιοι μάρτυρες και όσιοι οι εν Κύπρω. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Ιουλίου.6. Ιδρυτής της μονής του Ακαπνίου στη Θεσσαλονίκη. Η μνήμη του τιμάται στις 9 Ιουλίου.IIΌνομα πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης.1. Φ. A’ (858-867, 877-886), συγγραφέας, μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Εκκλησίας και των γραμμάτων κατά τη βυζαντινή περίοδο (Κωνσταντινούπολη 820; – μονή Αρμινιανών 891). Γόνος αριστοκρατικής και εύπορης οικογένειας –με συγγενικούς δεσμούς με αυτοκράτορες και πατριάρχες–, ο Φ. είχε την οικονομική άνεση να κάνει πολυετείς συστηματικές σπουδές και να καταρτίσει σπουδαία βιβλιοθήκη εκκλησιαστικών και αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ (842-867) πήρε διάφορα αυλικά αξιώματα, αν και φαίνεται ότι κύρια απασχόλησή του ήταν η μελέτη και η διδασκαλία εκλεκτού κύκλου μαθητών στο σπίτι του. Δίδασκε μάλλον και στη νεοσύστατη σχολή της Μαγναύρας. Το 858, μετά την αυθαίρετη καθαίρεση του αυστηρού πατριάρχη Ιγνατίου από τον παντοδύναμο και ακόλαστο καίσαρα Βάρδα, ο Φ. από λαϊκός χειροτονήθηκε σε 5 μέρες πατριάρχης. Το πραξικόπημα του Βάρδα όμως πήρε τεράστιες πολιτικές και εκκλησιαστικές διαστάσεις: οι οπαδοί του Ιγνατίου, με επικεφαλής τους καλόγερους της μονής Στουδίου, ζήτησαν την παρέμβαση του πάπα Νικολάου, ο οποίος με τη σειρά του εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία αυτή για να λύσει οριστικά υπέρ της Δυτ. Εκκλησίας το ζήτημα της εκκλησιαστικής (και έμμεσα της πολιτικής) εξάρτησης της Καλαβρίας, της Σικελίας και του Ιλλυρικού (δυτικής Βαλκανικής), που πριν ενάμιση σχεδόν αιώνα είχαν αποσπαστεί από τη σφαίρα επιρροής της Ρώμης. Γι’ αυτό ο Νικόλαος αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον Φ. και τάχθηκε υπέρ του Ιγνατίου, που με την έφεσή του στη Ρώμη αναγνώριζε έμπρακτα το λεγόμενο παπικό πρωτείο και το δικαίωμα του ποντίφηκα να επεμβαίνει σε ολόκληρη την Εκκλησία. Μια σύνοδος όμως στην Κωνσταντινούπολη (861), η λεγόμενη Πρωτοδευτέρα, επικύρωσε την καθαίρεση του Ιγνατίου και την εκλογή του Φ. Ο πάπας αντέδρασε συγκαλώντας το 863 στη Ρώμη σύνοδο, η οποία καθαίρεσε τον Φ. και αναγνώρισε ως κανονικό πατριάρχη τον Ιγνάτιο. Στο μεταξύ άλλο πολιτικοεκκλησιαστικό ζήτημα πυροδότησε νέα ένταση στις σχέσεις Ρώμης-Κωνσταντινούπολης. Συγκεκριμένα, απεσταλμένοι του πάπα κινούνταν δραστήρια στη Βουλγαρία για να αποσπάσουν τους νεοπροσήλυτους στον χριστιανισμό Βουλγάρους από την επιρροή του Βυζαντίου. Ο Φ. και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ αντέδρασαν με ριζικές λύσεις: μια σύνοδος που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 867 καθαίρεσε τον πάπα Νικόλαο ως καινοτόμο σε δογματικά (filioque) και λειτουργικά ζητήματα, δηλαδή ως αιρετικό. Ήταν το πρώτο σοβαρό σχίσμα μεταξύ της Ανατ. και της Δυτ. Εκκλησίας. Δίνοντας έμφαση –από πολιτική κυρίως σκοπιμότητα– στις δογματικές και λειτουργικές αυτές διαφορές, η Κωνσταντινούπολη έκανε αδύνατη πλέον κάθε επικοινωνία των Βουλγάρων με την αιρετική και σχισματική Ρώμη. Δραματικά όμως γεγονότα έδωσαν άλλη τροπή στα πράγματα: τον ίδιο χρόνο (867) ο αυτοκράτορας Μιχαήλ δολοφονείται από τον θετό του γιο Βασίλειο τον Μακεδόνα, που ανεβαίνει στον θρόνο και εξαρχής κηρύσσεται υπέρ της προσέγγισης με τη Ρώμη. Ο Φ., μολονότι κολάκεψε τον νέο δυνάστη, απομακρύνθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο, στον οποίο ανακλήθηκε ο Ιγνάτιος. Μια σύνοδος (869), ογδόη οικουμενική κατά τους Δυτικούς, αναθεμάτισε τον Φ. ως «ληστήν, τύραννον, νέον Ιούδαν» κλπ., ενώ απάλλαξε από κάθε κατηγορία τον πάπα και τον Ιγνάτιο. Αργότερα, ωστόσο, ο Φ. συμφιλιώθηκε τόσο με τα ανάκτορα, όσο και με τον Ιγνάτιο, τον οποίο μάλιστα διαδέχτηκε το 876 στον πατριαρχικό θρόνο. Ο νέος πάπας Ιωάννης H’, εξάλλου, έδειξε διάθεση συνδιαλλαγής με τους Ανατολικούς. Μια νέα σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη (879/880) ανακάλεσε τις καταδίκες και αναγνώρισε ως κανονική την πρώτη εκλογή του Φ. Το 886 όμως ο γιος και διάδοχος του Βασιλείου Λέων ΣΤ’ ο Σοφός καθαίρεσε και πάλι τον Φ., ως συνωμότη τώρα, και έκανε πατριάρχη τον μικρότερο γιο του Βασιλείου Στέφανο, διεφθαρμένο νέο, μόλις 16 ετών. Ο Φ. εξορίστηκε στη μονή Αρμινιανών (άγνωστο πού βρισκόταν) όπου και πέθανε.Το συγγραφικό έργο του Φ. είναι ογκώδες και ποικίλο. Εκτός από πάμπολλα ποιητικά κείμενα (κανόνες, ακολουθίες, επιγράμματα), σώζονται επίσης ερμηνευτικά υπομνήματα του Φ. στις επιστολές του Παύλου, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, στα συγγράμματα του Μεγάλου Αθανασίου· μια συλλογή ερμηνευτικών επίσης ομιλιών με τον τίτλο Αμφιλόχια· 19 πανηγυρικοί και επίκαιροι λόγοι, από τους οποίους μερικοί έχουν σπουδαίο ιστορικό ενδιαφέρον· 260 επιστολές· δογματικές πραγματείες, από τις οποίες αξιομνημόνευτη είναι η Περί της του αγίου πνεύματος μυσταγωγίας, όπου για πρώτη φορά αναιρείται η περί του filioque διδασκαλία της Δυτ. Εκκλησίας. Ιδιαίτερα πρέπει να μνημονευτεί η Λέξεων Συναγωγή, σπουδαίο λεξικό της αρχαίας ελληνικής, του οποίου το πρώτο τμήμα μόλις το 1959 ανακαλύφθηκε στη μονή Ζάβορδας, κοντά στην Κοζάνη, και προπαντός η Βιβλιοθήκη ή Μυριόβιβλος του Φ. Το τελευταίο αυτό έργο είναι ένα είδος φιλολογικής εγκυκλοπαίδειας, στην οποία συνοψίζεται το περιεχόμενο και κρίνονται 279 έργα της αρχαίας ελληνικής και της πρώιμης χριστιανικής γραμματείας, πολλά από τα οποία χάθηκαν εν τω μεταξύ.2. Φ. B’ (1929 – 1935). Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Τελείωσε το γυμνάσιο της Φιλιππούπολης, κοντά στον θείο του μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως Φώτιο. Σπούδασε θεολογία στην Αθήνα και στο Μόναχο και το 1904 διορίστηκε πρωτοσύγγελος της μητρόπολης της Φιλιππούπολης. Μετά τον διωγμό των μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τη Βουλγαρία (1906), διορίστηκε γενικός πατριαρχικός επίτροπος των επαρχιών του πατριαρχείου στη Βουλγαρία και Ανατολική Ρωμυλία έως το 1914, οπότε απελάθηκε από τις βουλγαρικές αρχές. Αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος Ειρηνουπόλεως και διορίστηκε αρχιερατικός προϊστάμενος της κοινότητας Σταυροδρομίου. Το 1924 έγινε μητροπολίτης Φιλαδελφείας και συνοδικός. Διαδέχτηκε στον πατριαρχικό θρόνο τον Βασίλειο Γ’ και, στη διάρκεια της πατριαρχίας του, τακτοποίησε τα οικονομικά του πατριαρχείου, έλυσε το εκκλησιαστικό ζήτημα που εκκρεμούσε στην Αμερική και ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με τις ξένες Εκκλησίες, και κυρίως με την Αγγλικανική. Το 1930 δεξιώθηκε επίσημα τον Έλληνα πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, που γύριζε από την Άγκυρα μετά την υπογραφή της ελληνοτουρκικής συνθήκης φιλίας.
Dictionary of Greek. 2013.